Πλούτος

Δεν ξέρω σε ποιο «φεγγάρι» βρίσκεται η ζωή των Baazlvaat, ξέρω πως δεν είναι αυτό στο οποίο βρίσκεται η δική μου. Δεν γνωρίζω σε τί κατάσταση βρίσκονται ψυχικά, ωστόσο σίγουρα δεν είμαστε στην ίδια : δεν έχω τόση όρεξη – και μάλιστα, δεν θα έλεγα ότι έχω τόση όρεξη εδώ και πολύ, πολύ καιρό.

Ασχέτως της αγάπης μου για την ειρωνεία, ασχέτως του έρωτα που διατηρώ για την λογοτεχνία του φανταστικού, ασχέτως, δηλαδή, της ανεμελιάς που τόσο απαραίτητη είναι για να μπορέσεις να την παλέψεις απέναντι στην καθόλου σέξι καθημερινότητα, πάντοτε θα με ξενίζουν συγκροτήματα σαν τους Baazlvaat. Ανέκαθεν, αυτή η αλαφροπάτητη αδιαφορία τους για την τήρηση των «τύπων», στα όρια ενός ετεροκαθορισμού, μου φαινόταν επιτηδευμένη και κλισέ.

Υπό κανονικές συνθήκες, ειδικά σε μια χρονιά όπου η παραγωγή του black σύμπαντος είναι ήδη εξαιρετικά ικανοποιητική, δεν θα είχα ασχοληθεί με αντίστοιχη κυκλοφορία, ακόμη και με την ανάμνηση της προηγούμενης, σκαλωτικής κυκλοφορίας τους, να σουλατσάρει συχνά στο κεφάλι μου όποτε κάνω κάποιον συνειρμό στον οποίο υπάρχει και ο Vicotnik.

Η αντίφαση αφορά ακριβώς την εκ των έσω αποδόμηση όλων όσων προανέφερα, για τα σαράντα περίπου λεπτά που διαρκεί αυτός ο πραγματικά εξαιρετικός δίσκος. Δεν ξέρω πόσο προσπάθησαν για αυτό τον δίσκο, ξέρω ότι είναι σαφώς ανώτερος του Incredible World, και ότι παρά τα όσα προανέφερα, είναι από τις πιο εθιστικές και καλοδουλεμένες δουλειές της φετινής χρονιάς.

Πέραν του αισθητικού κομματιού, που άλλωστε δεν θα μπορούσε να αποτύχει – τί μπορεί να αποτύχει όταν αναφέρεσαι στους Pythons ? – τα πάντα συγκροτούν μια τόσο πλούσια κυκλοφορία, με νορβηγική γενεαλογία.

Θυμήθηκα τους Arcturus (τους πρώιμους) στο μα-γι-κό In the Hate of War, όπου τα πλήκτρα αναλαμβάνουν για λίγο να τραβήξουν κάθε προβολέα πάνω τους, θυμήθηκα τους αρπισμούς του Vicotnik στο Satanic Art, όταν ξεκινάει μια μελωδία η οποία δεν γνωρίζεις αν και πότε θα ολοκληρωθεί, θυμήθηκα ακόμη και τις πιο «επικές» στιγμές του Fenriz, με τις αμιγώς χεβιμεταλλικές μελωδίες τους διάσπαρτες παντού. Δισολιές, δυσαρμονίες, αρμονίες, ατμόσφαιρα, συναίσθημα, θλίψη, μελαγχολία, ζωντάνια, πλούτος.

Ορισμένες αδειανές μπάντες, με ένα (1) κομμάτι αυτού του δίσκου θα έχτιζαν δισκογραφία. Η δήλωση των Baazlvaat έγκειται ακριβώς στην πρόκληση : με «άλλη» εμφάνιση, κάθε κομμάτι αυτής της κυκλοφορίας, την δεκαετία του 90 πολύ απλά θα βρισκόταν σε ένα ορισμένο πάνθεον. Και αυτό είναι το καλύτερο κομπλιμέντο που μπορώ να κάνω για αυτό το πραγματικά εκπληκτικό συγκρότημα, στο φεγγάρι που βρίσκεται τώρα η ζωή μου.

Arnaut Pavle – Arnaut Pavle (2020)

Με τους Φινλανδούς έχω ασχοληθεί χρόνια πριν, και όταν έμαθα ότι κυκλοφόρησαν full – length χαμογέλασα λίγο. Ευχάριστα ταξίδια στο χρόνο, όταν πρωτοάκουσα (στα Γιάννενα) το ντεμπούτο των Bathory, ή όταν έναν χρόνο μετά ανακάλυπτα την έξω από τα δόντια μαγεία του Monumental Possession, είναι σίγουρα ευπρόσδεκτα. Στον ομότιτλο δίσκο, οι Arnaut Pavle είναι ικανοποιητικοί. Black thrash με πάνκικη αισθητική, πιασάρικα κομμάτια και πάνω απ’ όλα riffs. Μικρές διάρκειες, συνθέσεις ευκολομνημόνευτες, συγκροτούν έναν δίσκο ευχάριστο (σίγουρα όχι φρέσκο). Οι τίτλοι τους δείχνουν χιούμορ και καβλάντα, όπως και ο τρόπος που αντιλαμβάνονται τη μουσική τους. Ευχάριστο μισάωρο για να αράξετε με μπίρα στο σπίτι και να προσποιηθείτε ότι όλα πάνε καλά, εν ολίγοις ένα μικρό ταξιδάκι πίσω στο χρόνο όταν πρωτοακούσατε Bathory ή Aura Noir, και νιώσατε έναν πρωτόγονο ενθουσιασμό (μπορεί και να ψευτοχορέψατε).

Είναι εμφανές ότι δεν παίρνουν τους εαυτούς τους στα σοβαρά, και αυτό τους δίνει πόντους. Αυτό που τους αφαιρεί είναι ότι το υλικό δεν αντέχει στον χρόνο, και για αυτό θα χρειαστεί να δουλέψουν. Βαδίζουν σε τεντωμένο σκοινί αλλά έχει (κάμποση) πλάκα.